Με την είσοδο του στο σχολείο το παιδί οδηγείται σε μια νέα πραγματικότητα. Καλείται να ανταποκριθεί σε ένα απαιτητικό και πολύπλοκο μαθησιακό έργο. Ταυτόχρονα πρέπει να αντιμετωπίσει πρωτόγνωρες κοινωνικές συνθήκες και να σταθεί στο ύψος των προσδοκιών των γονιών και των δασκάλων του.
Ορισμένα παιδιά όμως, ενώ δεν παρουσιάζουν εμφανείς νοητικές, συναισθηματικές ή άλλες δυσκολίες στην ανάπτυξη, εντούτοις δεν είναι σε θέση να επωφεληθούν από την τυπική διδασκαλία, µε αποτέλεσμα να δυσκολεύονται σε μαθησιακά και γνωστικά επιτεύγματα και να οδηγούνται σε σχολική υποεπίδοση ή και αποτυχία.
Η απόδοση του παιδιού σε μαθησιακό και κοινωνικό επίπεδο επηρεάζεται από διάφορους παράγοντες.
Ορισμένοι από αυτούς είναι εξωγενείς και πηγάζουν από το περιβάλλον του παιδιού και άλλοι είναι ενδογενείς και έχουν τη ρίζα τους στην ιδιοσυστασία του παιδιού.
Ένας σημαντικός παράγοντας που επηρεάζει τη σχολική επίδοση είναι η νοητική ικανότητα του παιδιού. Τα παιδιά με ελλειμματική νοητική ικανότητα εκδηλώνουν μέτρια ή χαμηλή επίδοση στη μάθηση. Η ψυχολογική έρευνα έχει δείξει ότι υπάρχει συνάφεια μεταξύ του χαμηλού δείκτη νοημοσύνης και της χαμηλής επίδοσης.
Η απουσία εσωτερικών κινήτρων σχετίζεται άμεσα με τη χαμηλή σχολική επίδοση. Τα κίνητρα μάθησης διακρίνονται σε εσωτερικά και εξωτερικά. Ως εσωτερικά κίνητρα ορίζονται οι παράγοντες ενεργοποίησης που προέρχονται από το ίδιο το άτομο και το ωθούν σε ενέργεια, η οποία αποτελεί για το ίδιο το άτομο αυτοσκοπό. Η εσωτερική ικανοποίηση, το ενδιαφέρον, η περιέργεια, η επιθυμία για γνώση, η έμφυτη τάση για μάθηση κι εσωτερική ικανοποίηση είναι ορισμένα παραδείγματα εσωτερικών κινήτρων. Αντιθέτως, τα εξωτερικά κίνητρα σχετίζονται με εξωγενείς παράγοντες που κινητοποιούν τη συμπεριφορά του ατόμου, όπως η αμοιβή, η ποινή, η ενθάρρυνση, η ενίσχυση, η επιδοκιμασία και η επιβράβευση.
Η χαμηλή σχολική επίδοση μπορεί να είναι αποτέλεσμα συναισθηματικής διαταραχής. Πολύ συχνά ορισμένα παιδιά δυσκολεύονται να ανταποκριθούν στις απαιτήσεις του εκπαιδευτικού συστήματος εξαιτίας εσωτερικών εντάσεων, που μπορεί να σχετίζονται άμεσα ή έμμεσα με το σχολικό περιβάλλον.
Οι αισθητηριακές ανεπάρκειες, όπως η ελαττωματική ακοή ή όραση, ενδέχεται να επηρεάσουν τη σχολική επίδοση ενός μαθητή. Καθοριστικής σημασίας είναι και η ύπαρξη μαθησιακών δυσκολιών. Το παιδί σε αυτές τις περιπτώσεις αδυνατεί να ακολουθήσει το ρυθμό μάθησης της υπόλοιπης τάξης.
Ο λανθασμένος τρόπος διδασκαλίας ή/και οι ανεπαρκείς συνθήκες διδασκαλίας μπορούν να αποτελέσουν αιτιακούς παράγοντες της χαμηλής σχολικής επίδοσης. Οι συνθήκες που επικρατούν μέσα σε μια σχολική τάξη κι οι μέθοδοι διδασκαλίας που χρησιμοποιεί ο εκπαιδευτικός επηρεάζουν άμεσα την επίδοση του μαθητή κι έχουν σοβαρό αντίκτυπο στη ψυχοσύνθεση του. Σημαντικό ρόλο επίσης παίζουν και οι πολύ υψηλές ή πολύ χαμηλές προσδοκίες του εκπαιδευτικού καθώς και οι πεποιθήσεις και οι γνώσεις του για τα μαθησιακά ελλείμματα και δυσκολίες.
Μερικά παιδιά αναγκάζονται να απουσιάζουν πολύ συχνά από το σχολείο λόγω διάφορων συνθηκών, όπως μια ασθένεια. Τα παιδιά αυτά χάνουν πολλές διδακτικές ώρες και δεν έχουν επαρκείς ευκαιρίες για μάθηση και συμμετοχή στην εκπαιδευτική διαδικασία.
Η ανεπαρκής σχολική επίδοση σχετίζεται άμεσα και με τις συνθήκες που επικρατούν στο οικογενειακό περιβάλλον του παιδιού. Οι διαταραγμένες οικογενειακές σχέσεις, η πολιτισμική στέρηση και προσδοκίες των γονιών έχουν σοβαρό αντίκτυπο στην απόδοση του παιδιού στο μαθησιακό έργο.
0 Σχόλια